ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΔΙΑΤΑΓΗ META THN KATAΡΓΗΣΗ του 938 ΚΠολΔ.

ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΗ ΕΞΕΛΙΞΗ
 
Με  το άρθρο 1 άρθρο όγδοο παρ.1 ν. 4335/2015, καταργήθηκε η διάταξη του άρθρου 938 ΚΠολΔ, η οποία προέβλεπε τη δυνατότητα υποβολής αίτησης, κατά τη διαδικασία των 686 επ. ΚΠολΔ, για την αναστολή της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης και τη χορήγηση, ενόψει της αίτησης αυτής, σχετικού σημειώματος (προσωρινής  διαταγής)  από  τον  Δικαστή  του  αρμοδίου  για  την  εκδίκαση  της ανακοπής Δικαστηρίου. Με τον ίδιο νόμο τροποποιήθηκε η διάταξη του άρθρου 937 ΚΠολΔ, προβλέπεται, δε, πλέον μ’ αυτή  ( άρθρο 1 περ. β’ ) η δυνατότητα υποβολής αίτησης αναστολής της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης ενώπιον του δικαστηρίου, το οποίο  θα δικάσει το ένδικο μέσο κατά της απόφασης που εκδόθηκε επί της ανακοπής του άρθρου 933 ή του άρθρου 936 ΚΠολΔ, ήτοι της έφεσης, εάν ο εκτελεστός τίτλος είναι απόφαση ή διαταγή πληρωμής και της ανακοπής ερημοδικίας, για  τους  λοιπούς  τίτλους,  ήτοι  προβλέπεται  η  αναστολή  μετά  την  έκδοση  της οριστικής  απόφασης  επί  της  ανακοπής.  Με  το  ίδιο  άρθρο  (  παρ.1  περ.γ  )  η δυνατότητα αναστολής πριν τη συζήτηση της ανακοπής προβλέπεται, πλέον, μόνο στις περιπτώσεις άμεσης αναγκαστικής εκτέλεσης. Η κατάργηση της διάταξης αυτής σχολιάστηκε από το σύνολο σχεδόν των θεωρητικών του δικαίου, που ασχολούνται με το αντικείμενο αυτό, δεχόμενη αρνητική κριτική, με την επισήμανση των προβλημάτων που δύνανται να ανακύψουν από την κατάργηση της δυνατότητας αναστολής της διαδικασίας της έμμεσης εκτέλεσης πριν την έκδοση απόφασης επί της ανακοπής, διατυπώθηκαν, δε, διάφορες απόψεις για την αντιμετώπιση των προβλημάτων αυτών, ενώ, μάλλον δεν ξάφνιασε ευχάριστα τους δικηγόρους.  Δεν θα γίνει στην παρούσα παρέμβαση αναφορά στις θέσεις της θεωρίας και στις διατυπωθείσες απόψεις, οι οποίες είναι ευχερώς προσβάσιμες σε όλους και έχουν ήδη αποτελέσει  αντικείμενο  και  άλλων  σεμιναρίων,  αναφέρεται  μόνο  ότι  οι επικρατέστερες απ’ αυτές συνοψίζονται: α/ στην ανάγκη αναλογικής εφαρμογής και στην έμμεση εκτέλεση του άρθρου 937 παρ.1γ ΚΠολΔ, που αφορά τη δυνατότητα αναστολής και προσωρινής διαταγής στην   άμεση εκτέλεση και β/ στην προσφυγή στη διάταξη του άρθρου 731 ΚΠολΔ, ήτοι στη λύση της προσωρινής ρύθμισης κατάστασης.
Μετά την ως άνω κατάργηση, οι όποιες αιτήσεις αναστολής και οι σχετικές αιτήσεις προσωρινής διαταγής, σε εκτελέσεις που επισπεύδονταν μετά την έναρξη ισχύος του ν. 4335/2015, ήτοι μετά την 1-1-2016, ήταν περιορισμένες έως σπάνιες και, όποτε προέκυπταν, μάλλον εκ παραδρομής και από «κεκτημένη ταχύτητα», κατά κανόνα απορρίπτονταν χωρίς ιδιαίτερο προβληματισμό από τους δικάζοντες τα ασφαλιστικά μέτρα ή τις προσωρινές διαταγές δικαστές, είτε ως μη νόμιμες είτε ως απαράδεκτες, για το λόγο ότι το κρινόμενο ένδικο βοήθημα, ήτοι η αιτούμενη αναστολή δεν προβλέπεται πλέον, καλώς ή κακώς, από το Νόμο.
 
ΑΠ (σε Συμβούλιο ) 11/2017-ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ
 
α/ Αύξηση των αιτήσεων προσωρινής δικαστικής προστασίας
 
Ενώ,  έτσι,  είχε  η  κατάσταση,  εκδόθηκε  αρχικά  η  με  αριθμό  142/2016 απόφαση του ΑΠ σε Συμβούλιο και, κυρίως, η με αριθμό 11/2017 απόφαση του ιδίου Δικαστηρίου, επίσης, σε Συμβούλιο, η οποία ανέστειλε εν μέρει έμμεση αναγκαστική εκτέλεση, δεχόμενη την εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 731 ΚΠολΔ, ήτοι ότι συντρέχει ανάγκη προσωρινής ρύθμισης της κατάστασης. Μετά την παραπάνω απόφαση, άρχισε να αυξάνεται διαρκώς ο αριθμός των αιτήσεων αναστολής της διαδικασίας της έμμεσης αναγκαστικής εκτέλεσης, οι οποίες πλέον εμφανίζονται σε κάθε δικάσιμο ασφαλιστικών και, δη, αυτών που αφορούν επικείμενους πλειστηριασμούς,   ενώ   υποβάλλονται   όλο   και   συχνότερα   αιτήσεις   χορήγησης σχετικών προσωρινών διαταγών, οι οποίες, σχεδόν πάντα, συνοδεύουν τις αιτήσεις αναστολής, επικαλούμενες συνήθως την παραπάνω απόφαση του ΑΠ. Συχνό, δε, είναι πλέον το φαινόμενο να ζητείται προσωρινή διαταγή μετά την άσκηση σχεδόν κάθε ανακοπής κατά πράξης της διαδικασίας της έμμεσης αναγκαστικής εκτέλεσης, είτε έχει προσδιοριστεί πλειστηριασμός, είτε έχει γίνει μόνο αναγκαστική κατάσχεση είτε, ακόμα και πριν την επιβολή κατάσχεσης, με την επίδοση μόνο της επιταγής προς εκτέλεση. Τα δικόγραφα των αιτήσεων αυτών συνήθως τιτλοφορούνται ως «αίτηση αναστολής του 938» ή   «αίτηση αναστολής του πρώην 938» ή «αίτηση του 937
ΚΠολΔ και επικουρικά του 731 ΚΠολΔ» ή «αίτηση προσωρινής ρύθμισης κατάστασης», κατά κανόνα, δε, διατηρούν την παλιά μορφή τους, ήτοι συνήθως ενσωματώνεται σ’ αυτά το δικόγραφο της ανακοπής και ζητείται η αναστολή, σπάνια, δε, περιέχονται σ’ αυτά κάποια πρόσθετα περιστατικά, προκειμένου να στηρίζουν την εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 731 ΚΠολΔ.
 
β/ Διχασμός της Νομολογίας
 
Μετά την παραπάνω απόφαση του ΑΠ, άρχισαν να εκδίδονται αρκετές αποφάσεις Μονομελών Πρωτοδικείων και Ειρηνοδικείων, κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών  μέτρων,  οι  οποίες  δέχονται  ως  νόμιμες  υποβληθείσες αιτήσεις  για αναστολή της διαδικασίας της έμμεσης αναγκαστικής εκτέλεσης,  στηριζόμενες είτε στη διάταξη του άρθρου 731 ΚΠολΔ είτε (πιο σπάνια ) στην αναλογική εφαρμογή του άρθρου 937 παρ.1 β ΚΠολΔ, δηλαδή και στον πρώτο βαθμό όσων ισχύουν για την αναστολή ενώπιον του δικαστηρίου του ενδίκου μέσου είτε στην αναλογική εφαρμογή του άρθ. 937 παρ.1 γ ΚΠολΔ. Συνακόλουθα, άρχισαν να γίνονται δεκτές ως νόμιμες και σχετικές αιτήσεις προσωρινής διαταγής, χωρίς κατά κανόνα να ερευνάται και να πιθανολογείται εάν μπορούσαν να τηρηθούν οι προβλεπόμενες κατά Νόμο προθεσμίες για την έγκαιρη έκδοση απόφασης επί της ασκηθείσας ανακοπής. Ταυτόχρονα, όμως, εξακολούθησαν να εκδίδονται αποφάσεις, οι οποίες απορρίπτουν τις σχετικές αιτήσεις, μη δεχόμενες καμία από τις ανωτέρω δυνατότητες, με αποτέλεσμα, ανάλογα με την άποψη του εκάστοτε δικάζοντος Δικαστή, να αντιμετωπίζεται,   καταρχήν   και   πριν   την   έρευνα   της   ουσίας   της   υπόθεσης, διαφορετικά και κάθε αίτηση προσωρινής διαταγής. Ενδεικτικά, αναφέρονται οι ακόλουθες, πρόσφατες, αποφάσεις, που είτε δέχονται είτε απορρίπτουν ασκηθείσες αιτήσεις αναστολής
 
ΠΡΟΣΦΑΤΕΣ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ
ΔΕΧΟΝΤΑΙ τη δυνατότητα αναστολής
 
-ΜΠρΑθ 8259/2017  ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ ( θεμελιωμένη στα άρθ.937 και 731 ΚΠολΔ)
-δεν περιέχει αιτιολογία για απώλεια των προθεσμιών, παρόλο που ακόμα δεν έγινε   κατάσχεση, αλλά ασκήθηκε ανακοπή μόνο κατά επιταγής
 
-ΜΠρΑθ 7766/2017   ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ ( θεμελίωση στο άρθ. 937 παρ.1γ ΚΠολΔ-όχι ανάγκη θεμελίωσης στο άρθ.731 ΚΠολΔ)
 
-η  ανακοπή  συζητήθηκε  τον  Ιούνιο-ο  πλειστηριασμός  είχε  οριστεί  για  τον
Νοέμβριο-χωρίς αιτιολογία ότι δεν δύνανται να τηρηθούν οι προθεσμίες
 
-ΜΠρΑμαλ 58/2017  ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ ( θεμελίωση μόνο στο άρθ.937 παρ.1γ ΚΠολΔ- όχι ανάγκη εφαρμογής του άρθ.731 ΚΠολΔ)
-με τον περιορισμό, κατά τη νομική της σκέψη,   ότι σε επικείμενο πλειστηριασμό δεν είναι δυνατή η εμπρόθεσμη εκδίκαση της ανακοπής.
-ΕιρΚερκ 28/2017 ( αναλογική εφαρμογή του άρθ. 937 παρ.1γ ΚΠολΔ)
 
ΔΕΝ ΔΕΧΟΝΤΑΙ  τη δυνατότητα αναστολής
ούτε με τη διάταξη του άρθρ. 937 παρ.1γ ΚΠολΔ ούτε με το άρθ. 731 ΚΠολΔ
 
-ΜΠρΑθ 706/2018 ( περίληψή της στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, αναρτημένη στο διαδίκτυο, στο «nomotelia.gr»)
 
-ΜΠρΑθ 5801/2017  ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ
 
- ΜΠρΘεσ 4715/2018   και 4714/2018 ( αδημοσ.,- ηλεκτρονικό αρχείο Πρωτ/κείου
Θεσ/νίκης )
 
-ΜΠρΠειρ 13/2017 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ ( για κατάσχεση πλοίου )
 
-ΜΠρΛαμ 72/2018 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ
-ΜΠρΚερκ 1088/2018 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ ( για ανακοπή του άρθ. 702 ΚΠολΔ )
-ΜΠρΡοδ 62/2017 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ
 
Αξίζει να σημειωθεί και η
-ΜΠρΑθ 928/2018 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ
-δεν δέχεται στη νομική της σκέψη την εφαρμογή του άρθ. 937παρ.1γ ΚΠολΔ ούτε, καταρχήν, του άρθ. 731 ΚΠολΔ, γιατί δεν υπάρχει ασφαλιστέο δικαίωμα, καθόσον τέτοιο δεν είναι  μόνο το γεγονός ότι υπάρχει εκκρεμής ανακοπή. Δέχεται, κατ’ αποτέλεσμα την εφαρμογή του άρθ. 731 ΚΠολΔ, γιατί με την ανακοπή προβάλλεται ανταπαίτηση του καθ’ ου η εκτέλεση σε συμψηφισμό, η ανταπαίτηση, δε, αυτή κρίνεται ως ασφαλιστέο δικαίωμα, άξιο προσωρινής δικαστικής προστασίας.
 
ΣΥΝΕΠΕΙΑ ΔΙΧΑΣΜΟΥ ΝΟΜΟΛΟΓΙΑΣ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΣΤΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ των αιτήσεων προσωρινών διαταγών
 
Συνεπεία των παραπάνω διαφορετικών θέσεων της Νομολογίας, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων βρίσκονται εύλογα σε σύγχυση και είναι συχνότατες   οι   εντάσεις   μεταξύ   τους   κατά   τη   συζήτηση   σχετικών   αιτήσεων προσωρινής διαταγής, αφού ο μεν πληρεξούσιος του αιτούντος επικαλείται την ως άνω  απόφαση του ΑΠ  και όσες αποφάσεις δέχθηκαν τη δυνατότητα αναστολής, ο, δε,  πληρεξούσιος  του  καθ’  ου  επικαλείται  μετ’  επιμονής  τις  νέες  διατάξεις  του ΚΠολΔ και τις απορριπτικές αποφάσεις, με συνέπεια οι δικάζοντες αιτήσεις προσωρινής  διαταγής  να  περιέρχονται  σε  δυσχερή  θέση,  καλούμενοι  να  λάβουν άμεσα θέση επί της σχετικής «διαμάχης».
 
 
ΑΠΟΨΗ  ΠΕΡΙ  ΠΑΡΕΡΜΗΝΕΙΑΣ  της  ΑΠΟΦΑΣΗΣ  του  ΑΠ  και  των ΑΠΟΨΕΩΝ της  ΘΕΩΡΙΑΣ
 
Ανεξάρτητα από την άποψη που, καταρχήν, θα αποδεχτεί ως ορθότερη ο εκάστοτε δικάζων αιτήσεις αναστολής της διαδικασίας της έμμεσης αναγκαστικής εκτέλεσης και σχετικές αιτήσεις χορήγησης προσωρινής διαταγής, εκτιμάται ότι παρερμηνεύεται η απόφαση του ΑΠ, αλλά και των θέσεων της Θεωρίας, ως προς την εφαρμογή του άρθ. 731 ΚΠολΔ και γίνεται καταχρηστική επίκλησή της από τους διαδίκους σε κάθε περίπτωση  έμμεσης εκτέλεσης, κατά παράβλεψη της πρόσθετης προϋπόθεσης που τίθεται από την παραπάνω απόφαση για την εφαρμογή της ως άνω διάταξης,  που είναι η  «αδυναμία τήρησης των προθεσμιών ανακοπής και έκδοσης επ’  αυτής  απόφασης»  (  στην  απόφαση  αναφέρεται  ρητά  «αν  ωστόσο  δεν  είναι δυνατόν να τηρηθούν οι προθεσμίες αυτές»).
 
ΕΡΕΥΝΑ  ΠΡΟΣΘΕΤΗΣ  ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΗΣ  ΓΙΑ  ΤΗΝ  ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΆΡΘ. 731 ΚΠολΔ στην έμμεση αναγκαστική εκτέλεση.
 
Επειδή συχνά δημιουργούνται ανεπιεικείς για τον οφειλέτη καταστάσεις, ο οποίος δεν δύναται να πετύχει την έκδοση απόφασης επί της ανακοπής, παρά την απαιτούμενη πρόνοιά του προς τούτο, θα πρέπει μάλλον να μην  αποκλείεται εντελώς η δυνατότητα αυτή, αλλά να γίνεται,  κατ΄ εξαίρεση, δεκτή, στις περιπτώσεις, όμως, που πιθανολογείται ότι υπάρχει αντικειμενική αδυναμία έκδοσης οριστικής απόφασης επί της ασκηθείσας ανακοπής, πριν να δημιουργηθούν μη αναστρέψιμες ή δυσχερώς αναστρέψιμες καταστάσεις. Τέτοιες περιπτώσεις μπορεί να συντρέχουν :
α/ λόγω του  αντικειμένου της εκτέλεσης, όπως σε κατάσχεση εις χείρας τρίτων, στην κατάσχεση χρημάτων ή κινητών υποκείμενων σε φθορά.
β/ στις περιπτώσεις έμμεσης αναγκαστικής εκτέλεσης με επικείμενο πλειστηριασμό, όταν, παρά την επιδειχθείσα πρόνοια του οφειλέτη, δεν καθίσταται εφικτό να πετύχει την έγκαιρη έκδοση απόφασης επί της ασκηθείσας ανακοπής του.
Έτσι, σκόπιμο, αλλά και σύμφωνο με το σκεπτικό της ως άνω απόφασης του ΑΠ, κρίνεται να ερευνάται σε κάθε συγκεκριμένη υπόθεση αν υπάρχει  αντικειμενική δυνατότητα ή μη έγκαιρης έκδοσης απόφασης επί της ανακοπής και η αιτία της τυχόν αδυναμίας αυτής. Εάν δεν είναι υπαρκτός ο κίνδυνος μη έκδοσης εγκαίρως απόφασης ή η μη έγκαιρη έκδοση αυτής οφείλεται σε λόγους που   συνδέονται με αμελή ή σκοπίμως παρελκυστική συμπεριφορά του οφειλέτη, δεν φαίνεται να υπάρχει περιθώριο για την εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 731 ΚΠολΔ, προκειμένου να ανασταλεί προσωρινά η πρόοδος της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης, καθόσον αυτό θα επιβράβευε την παραπάνω συμπεριφορά του οφειλέτη, θα οδηγούσε σε   παρέλκυση της διαδικασίας της εκτέλεσης, την οποία ήθελε, προφανώς, να αποτρέψει ο Νομοθέτης με την κατάργηση του άρθ. 938 ΚΠολΔ, θα υποκαθιστούσε την καταργηθείσα διάταξη του άρθρου 938 ΚΠολΔ μ’ αυτή του άρθρ. 731 ΚΠολΔ, θα χορηγούσε τη  δυνατότητα αναστολής και στους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας και θα δημιουργούσε, κατ’ αποτέλεσμα, ανεπιεική κατάσταση σε βάρος πλέον του επισπεύδοντος την εκτέλεση.
 
Παρατίθενται, ακολούθως, πραγματικές περιπτώσεις, οι οποίες πρόσφατα απασχόλησαν τους δικάζοντες αιτήσεις αναστολής της έμμεσης αναγκαστικής εκτέλεσης ή αιτήσεις χορήγησης προσωρινής διαταγής, στις οποίες η παροχή προσωρινής δικαστικής προστασίας φαίνεται ως δικαιολογημένη ή αδικαιολόγητη, με το  κριτήριο  που  προαναφέρθηκε.  Αυτονόητο  είναι,  βέβαια,  ότι,  εφόσον  γίνει καταρχήν δεκτή η δυνατότητα εφαρμογής της διάταξης του άρθρου 731 ΚΠολΔ, θα πρέπει να ερευνάται, ακολούθως, αν πιθανολογείται η ευδοκίμηση της ανακοπής και η ανεπανόρθωτη βλάβη του καθ’ ου η εκτέλεση από την περαιτέρω πρόοδο της σε βάρος του διαδικασίας.
 
Η παροχή προσωρινής δικαστικής προστασίας φαίνεται ως ΔΙΚΑΙΟΛΟΓΗΜΕΝΗ
 
-Όταν ο οφειλέτης άσκησε εγκαίρως ανακοπή και φρόντισε για την έγκαιρη συζήτησή της, πλην όμως, καθυστερεί σημαντικά η έκδοση της απόφασης, ενώ ήδη έχει επισπευθεί πλειστηριασμός και  εντός κάποιων ημερών επίκειται  η διενέργειά του.
-Όταν  έχει  συζητηθεί  εγκαίρως  η  ανακοπή  του  933,  αλλά  έχει  εκδοθεί απόφαση μη οριστική, η οποία διατάσσει επανάληψη της συζήτησης για να διενεργηθεί πραγματογνωμοσύνη  ή για να εκδοθεί απόφαση επί της ανακοπής του άρθρου 632 ΚΠολΔ ή για να εκδοθεί αμετάκλητη απόφαση επί συλλογικής αγωγής, πλησιάζει, όμως, ο πλειστηριασμός.
- Όταν, μετά από ματαίωση, επισπεύδεται εκ νέου ο πλειστηριασμός με δήλωση συνέχισης του άρθρου 973 ΚΠολΔ, προσβάλλεται η δήλωση αυτή με την ειδική ανακοπή του άρθρου 973 παρ.6 ΚΠολΔ ( διαδικασία ασφαλιστικών ), για ελαττώματα που την αφορούν και δεν υπάρχει επαρκής χρόνος για την έκδοση απόφασης επ’ αυτής ( κατά το ίδιο άρθρο: ο πλειστηριασμός δεν ορίζεται νωρίτερα από 2 μήνες και όχι περισσότερο από 3 μήνες από την ημερομηνία της δήλωσης, η ανακοπή ασκείται σε 30 ημέρες από την ανάρτησή της, προσδιορίζεται σε 60 ημέρες και πρέπει να εκδοθεί απόφαση σε 1 μήνα από τη συζήτησή της. Αν παρατηρήσει κανείς τις  προθεσμίες, διαπιστώνει ότι, ακόμα και αν αυτές τηρηθούν, δεν είναι δυνατή η έγκαιρη έκδοση απόφασης επί της ανακοπής, η οποία, σημειωτέον, δεν προσβάλλεται με έφεση).
 
Αντίθετα, η παροχή προσωρινής δικαστικής προστασίας φαίνεται ως ΑΔΙΚΑΙΟΛΟΓΗΤΗ:
 
- 1/   έχει   ασκηθεί   η   ανακοπή   και   δεν   έχει   εκδοθεί   απόφαση,   χωρίς επαπειλούμενο πλειστηριασμό ( δεν υπάρχει ήδη ορισθείς πλειστηριασμός ή είναι πολύ μακρινός αυτός που ορίστηκε ή, πολύ περισσότερο, δεν έχει επιβληθεί  καν  κατάσχεση,  αλλά  η  ανακοπή  στρέφεται  μόνο  κατά  της επιταγής, οπότε δεν προκύπτει αδυναμία μη τήρησης των προθεσμιών ούτε επείγουσα κατάσταση, που πρέπει να ρυθμιστεί.
 
2/  ο καθ’ ου είναι «υπαίτιος» για τη μη έγκαιρη έκδοση απόφασης,
 
- α/   Έχει  ζητήσει  και  πετύχει  αναβολές  της  προσδιορισμένης  εγκαίρως ανακοπής,  ενώ  εκκρεμεί  πλειστηριασμός,  όπως,  όταν  ζητεί  (  δεύτερη συνήθως) αναβολή, για συνεκδίκαση της ανακοπής με δικόγραφο πρόσθετων
 
λόγων αυτής, το οποίο προσδιορίζει σε άλλη δικάσιμο και όχι σ’ αυτή της ανακοπής ή καταθέτει δεύτερο δικόγραφο πρόσθετων λόγων, με το οποίο παραιτείται απ’ το πρώτο και ξαναζητεί αναβολή της ανακοπής, προκειμένου να συνεκδικαστεί με τους πρόσθετους λόγους.
- β/   Παραιτείται   από   την   εγκαίρως   ασκηθείσα   και   προσδιορισθείσα ανακοπή του και ασκεί νέα ανακοπή,   κατά της ίδιας ή επόμενης πράξης εκτέλεσης,  με τους ίδιους λόγους, ενώ ήδη επίκειται ο πλειστηριασμός.
- γ)  Ασκεί  ανακοπή  σε  αναρμόδιο  δικαστήριο,  εκδίδεται  απόφαση  που παραπέμπει στο αρμόδιο και αμελεί την επαναφορά της ανακοπής με κλήση στο αρμόδιο δικαστήριο.
- δ) Δεν ασκεί εγκαίρως αίτηση αναστολής της εκτελεστότητας της διαταγής πληρωμής, που αποτελεί τον εκτελεστό τίτλο, ενώ έχει ασκήσει ανακοπή του άρθρ.  632  ΚΠολΔ,  αλλά  ασκεί  νέα  ανακοπή  κατά  της  εκτέλεσης  (  του άρθ.933 ΚΠολΔ ), στα όρια, μάλιστα, της προθεσμίας, με τους ίδιους ακριβώς λόγους  με  την  ανακοπή  κατά  της  διαταγής  πληρωμής,  ασκεί  αίτηση αναστολής της διαδικασίας της εκτέλεσης με το άρθρ. 731 ΚΠολΔ και ζητεί προσωρινή διαταγή μία ή δύο μέρες πριν τον πλειστηριασμό. Πρέπει να σημειωθεί ότι και με το ήδη καταργηθέν άρθ. 938 ΚΠολΔ, αίτηση αναστολής του πλειστηριασμού έπρεπε να κατατεθεί τουλάχιστον 5 εργάσιμες ημέρες πριν απ’ αυτόν.
 
ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΠΟΥ ΕΡΕΥΝΟΥΝ ΤΗΝ ΑΔΥΝΑΜΙΑ ΕΓΚΑΙΡΗΣ ΕΚΔΟΣΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΚΑΙ  ΤΗΝ ΑΙΤΙΑ ΑΥΤΗΣ ( ως επάλληλη σκέψη )
 
-    ΜΠρΘεσ 6529/2018,
-    ΜΠρΘεσ 6880/2018,
-    ΜΠρΘεσ 8853/2018, 7716/2018, 7710/2018,
όλες αδημοσίευτες, καταχωρημένες στο ηλεκτρονικό αρχείο του Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης.
 
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
Το αίτημα αναστολής της διαδικασίας της έμμεσης αναγκαστικής εκτέλεσης και χορήγησης σχετικής προσωρινής διαταγής σκόπιμο είναι να ερευνάται σε κάθε συγκεκριμένη  περίπτωση  και  να  γίνεται  κατ’  εξαίρεση  δεκτό  ως  νόμιμο,  με θεμελίωση στο άρθ. 731 ΚΠολΔ, όταν  ειδικές περιστάσεις της υπό κρίση υπόθεσης καθιστούν επιβεβλημένη την προσωρινή δικαστική προστασία του καθ’ ου η έμμεση αναγκαστική εκτέλεση και υπάρχει άμεσος, ανυπέρβλητος και μη οφειλόμενος σε «υπαιτιότητά   του»   κίνδυνος   να   δημιουργηθούν   ιδιαίτερα   ανεπιεικείς   και   μη αναστρέψιμες ή δυσχερώς αναστρέψιμες  καταστάσεις.
 
 
 
Σοφία Τσιβούλη
Πρόεδρος Πρωτοδικών